Ο Κρητικός του Διονυσίου Σολωμού (Ζάκυνθος 1798 – Κέρκυρα 1857), αφηγηματικό ποίημα σε πέντε μέρη, γράφεται κατά τη διετία 1833 έως 1834 και θεωρείται «σταθμός στην ποιητική πορεία του Σολωμού, το πρώτο από τα μεγάλα και σημαντικά ποιήματα της εντελώς ώριμης περιόδου του.
Η αρίθμηση των ενοτήτων ξεκινά από τον αριθμό 18, γεγονός που προβλημάτιζε τους μελετητές του έργου αν είναι αποσπασματικό ή όχι. Ο Πολυλάς θεωρούσε το έργο αποσπασματικό (1859), έως ότου ο Λίνος Πολίτης, ήδη από το 1948, "έδειξε" ότι είναι ποίημα ολοκληρωμένο με αρχή, μέση και τέλος. Κατά τη θεώρηση του λοιπόν είναι το «ποίημα απόλυτα ολοκληρωμένο, με εσωτερική ενότητα και συνοχή».
Πηγή έμπνευσης του ποιητή στάθηκαν πραγματικά γεγονότα της επανάστασης στην Κρήτη: «κατάληψη της Μεσαράς και έπειτα των Σφακιών από τους Τούρκους στα 1823-24 και φυγή χιλιάδων Χριστιανών με πλοία από τη νότια και δυτική Κρήτη προς τα Κύθηρα, τα Αντικύθηρα και την Πελοπόννησο».
Το κείμενο του ποιήματος αναπαράγει το τραγούδι ενός πρόσφυγα Κρητικού, που μακριά από την ιδιαίτερη πατρίδα του αναπολεί τα περασμένα, πλεγμένα γύρω στο περιστατικό που καθόρισε τη ζωή του.
Το ποίημα πραγματεύεται την περιπέτεια ενός ναυαγού (που δεν κατονομάζεται) από την Κρήτη, απ' όπου έχει αναγκασθεί να φύγει ύστερα από την καταστολή της επανάστασης και τις διώξεις των Τούρκων το 1823-1824. Το πλοίο βυθίζεται και ο Κρητικός βρίσκεται στη θάλασσα, προσπαθώντας μάλιστα να σώσει την αγαπημένη του από τα άγρια κύματα, την οποία και κρατά στο ένα του χέρι. Από εκείνο το σημείο ξεκινάει η αφήγηση με την τεχνική του εγκιβωτισμού (in medias res), απ' το μέσο δηλαδή της υπόθεσης. Ο ήρωας-ναυαγός στην πορεία, σε ένα άνοιγμα του χωροχρόνου, βιώνει με ρεαλισμό δοσμένα φανταστικά επεισόδια.
Ο Κρητικός του Διονυσίου Σολωμού (Ζάκυνθος 1798 – Κέρκυρα 1857), αφηγηματικό ποίημα σε πέντε μέρη, γράφεται κατά τη διετία 1833 έως 1834 και θεωρείται «σταθμός στην ποιητική πορεία του Σολωμού, το πρώτο από τα μεγάλα και σημαντικά ποιήματα της εντελώς ώριμης περιόδου του.
Η αρίθμηση των ενοτήτων ξεκινά από τον αριθμό 18, γεγονός που προβλημάτιζε τους μελετητές του έργου αν είναι αποσπασματικό ή όχι. Ο Πολυλάς θεωρούσε το έργο αποσπασματικό (1859), έως ότου ο Λίνος Πολίτης, ήδη από το 1948, "έδειξε" ότι είναι ποίημα ολοκληρωμένο με αρχή, μέση και τέλος. Κατά τη θεώρηση του λοιπόν είναι το «ποίημα απόλυτα ολοκληρωμένο, με εσωτερική ενότητα και συνοχή».
Πηγή έμπνευσης του ποιητή στάθηκαν πραγματικά γεγονότα της επανάστασης στην Κρήτη: «κατάληψη της Μεσαράς και έπειτα των Σφακιών από τους Τούρκους στα 1823-24 και φυγή χιλιάδων Χριστιανών με πλοία από τη νότια και δυτική Κρήτη προς τα Κύθηρα, τα Αντικύθηρα και την Πελοπόννησο».
Το κείμενο του ποιήματος αναπαράγει το τραγούδι ενός πρόσφυγα Κρητικού, που μακριά από την ιδιαίτερη πατρίδα του αναπολεί τα περασμένα, πλεγμένα γύρω στο περιστατικό που καθόρισε τη ζωή του.
Το ποίημα πραγματεύεται την περιπέτεια ενός ναυαγού (που δεν κατονομάζεται) από την Κρήτη, απ' όπου έχει αναγκασθεί να φύγει ύστερα από την καταστολή της επανάστασης και τις διώξεις των Τούρκων το 1823-1824. Το πλοίο βυθίζεται και ο Κρητικός βρίσκεται στη θάλασσα, προσπαθώντας μάλιστα να σώσει την αγαπημένη του από τα άγρια κύματα, την οποία και κρατά στο ένα του χέρι. Από εκείνο το σημείο ξεκινάει η αφήγηση με την τεχνική του εγκιβωτισμού (in medias res), απ' το μέσο δηλαδή της υπόθεσης. Ο ήρωας-ναυαγός στην πορεία, σε ένα άνοιγμα του χωροχρόνου, βιώνει με ρεαλισμό δοσμένα φανταστικά επεισόδια.