«Τέσσερις άνθρωποι και μια μπάρα. Τέσσερις άνθρωποι μοναχικοί, που όμως εκείνη τη στιγμή δεν ήταν και δεν ένιωθαν μόνοι τους` τους ένωναν τα λόγια της μπάρας. Ανθρώπινες σχέσεις, δουλειές, ανεκπλήρωτα όνειρα, καθημερινές ιστορίες, ελπίδες που διαλύθηκαν, μανιφέστα και αφορισμοί, υποσχέσεις, όλα αυτά ανακατεμένα στο πιο μυστηριώδες και ετερόκλητο κοκτέιλ όλων των εποχών. Λόγια εύκολα, αλλά ειλικρινή την ώρα που ειπώνονται. Λόγια απόκοσμα, βαθιά και αληθινά, αλλά και λόγια φυγόπονα, της στιγμής, που κανείς δε θα ζητήσει τον λόγο από κανέναν αν αυτά παραμείνουν ανεκπλήρωτα. Λόγια που τα σέρνουν οι εκφορείς τους σε κάποιο μπαρ και φεύγοντας τα ξεχνούν εκεί, μόνα τους, αγνοημένα και παραπονεμένα, να ποτίζουν τους τοίχους, τα έπιπλα, την μπάρα, λόγια φυλακισμένα αιώνια στον χώρο που ειπώθηκαν περιμένοντας τη στιγμή που θα εκπληρωθούν, περιμένοντας κάποιο θαύμα, αφού μέσα στα χρόνια όλο και βλέπουν κάποια άλλα που δραπετεύουν, λόγια που γεννούν ελπίδες. Και ταυτόχρονα λόγια ηρωικά, που θυσιάζονται για να ομορφύνουν τις στιγμές των ανθρώπων που τα εκφέρουν, να τους γεμίσουν όνειρα και προσδοκίες, να τους ανοίξουν την όρεξη για ανθρωπιά και ειλικρίνεια, κάνοντάς τους να σχεδιάζουν με προσμονή το επόμενο ραντεβού σε κάποιο μπαρ. Λόγια της μπάρας...»
«Φόρεσα το σκούρο λαχανί μπουφάν με προοπτική να επιδοθώ στο γνωστό μου περπάτημα μέχρι εξαντλήσεως. Σε ένα σχεδόν αέναο περπάτημα με προορισμό την ανυπαρξία. Άλλοι επιλέγουν το σιδέρωμα, άλλοι το πλέξιμο, άλλοι μια συλλογή γραμματοσήμων... Ο δικός μου τρόπος ενάντια στη μνήμη είναι το περπάτημα. Ένα διαρκές περπάτημα χωρίς πού και γιατί, μέχρι το σώμα να εξαντληθεί τόσο που να μην αφήνει χώρο στο μυαλό για τα γνωστά του διαολεμένα παιχνίδια.»
--- --- ---
Περιφέροντας αδιάκοπα το σαρκίο μας στους δρόμους της πόλης, γοητευμένοι αλλά και μπουχτισμένοι απ’ τον αμείλικτο ρεαλισμό της, γυρεύουμε τον μη τόπο. Τη γωνιά όπου θα υφάνουμε τον ιστό της ουτοπίας μας.
Είκοσι τρία διηγήματα αστικού σουρεαλισμού με άξονα τον χρόνο, τη μνήμη και τη λήθη, την απώλεια, τον έρωτα, τον υπαρξιακό τρόμο, την αλήθεια και το ψέμα, τη χυδαιότητα των νικητών και τη γοητεία των ηττημένων. Κοινή συνισταμένη, μια "νεκρή" ζώνη: Iπποκράτους και Ασκληπιού γωνία.
Σύλβια ~ Οι δίκες ~ Ιφιγένεια ~ Μπεθ (όνειρο μέσα σε όνειρο) ~ Μπεθ II (τα απότοκα) ~ Μαλακτικό ~ Η δίκη ~ Το πολύπριζο ~ 17Ν ~ Ζούμε από τύχη ~ Λόγια της μπάρας ~ Μπόρχες ~ Ιπποκράτους και Ασκληπιού γωνία ~ Είναι μέρες που τα πάντα μοιάζουν ήσυχα ~ Γκρας ~ Η προθανάτια πομπή (Ederlezi) ~ Η λήθη και η μνήμη (Η τραγική περίπτωση του Ιρενέο Φούνες) ~ Η διάλεξη (ή καλύτερα ο μονόλογος κάποιου συγγραφέα) ~ Οι ερωτήσεις ~ Ουτοπία, αγάπη μου ~ Το άλογο κι ο βασιλιάς ~ Η κηδεία ~ Τίτλοι τέλους (ή μια μυστηριώδης συνάντηση) ~ υστερόγραφο
«Τέσσερις άνθρωποι και μια μπάρα. Τέσσερις άνθρωποι μοναχικοί, που όμως εκείνη τη στιγμή δεν ήταν και δεν ένιωθαν μόνοι τους` τους ένωναν τα λόγια της μπάρας. Ανθρώπινες σχέσεις, δουλειές, ανεκπλήρωτα όνειρα, καθημερινές ιστορίες, ελπίδες που διαλύθηκαν, μανιφέστα και αφορισμοί, υποσχέσεις, όλα αυτά ανακατεμένα στο πιο μυστηριώδες και ετερόκλητο κοκτέιλ όλων των εποχών. Λόγια εύκολα, αλλά ειλικρινή την ώρα που ειπώνονται. Λόγια απόκοσμα, βαθιά και αληθινά, αλλά και λόγια φυγόπονα, της στιγμής, που κανείς δε θα ζητήσει τον λόγο από κανέναν αν αυτά παραμείνουν ανεκπλήρωτα. Λόγια που τα σέρνουν οι εκφορείς τους σε κάποιο μπαρ και φεύγοντας τα ξεχνούν εκεί, μόνα τους, αγνοημένα και παραπονεμένα, να ποτίζουν τους τοίχους, τα έπιπλα, την μπάρα, λόγια φυλακισμένα αιώνια στον χώρο που ειπώθηκαν περιμένοντας τη στιγμή που θα εκπληρωθούν, περιμένοντας κάποιο θαύμα, αφού μέσα στα χρόνια όλο και βλέπουν κάποια άλλα που δραπετεύουν, λόγια που γεννούν ελπίδες. Και ταυτόχρονα λόγια ηρωικά, που θυσιάζονται για να ομορφύνουν τις στιγμές των ανθρώπων που τα εκφέρουν, να τους γεμίσουν όνειρα και προσδοκίες, να τους ανοίξουν την όρεξη για ανθρωπιά και ειλικρίνεια, κάνοντάς τους να σχεδιάζουν με προσμονή το επόμενο ραντεβού σε κάποιο μπαρ. Λόγια της μπάρας...»
«Φόρεσα το σκούρο λαχανί μπουφάν με προοπτική να επιδοθώ στο γνωστό μου περπάτημα μέχρι εξαντλήσεως. Σε ένα σχεδόν αέναο περπάτημα με προορισμό την ανυπαρξία. Άλλοι επιλέγουν το σιδέρωμα, άλλοι το πλέξιμο, άλλοι μια συλλογή γραμματοσήμων... Ο δικός μου τρόπος ενάντια στη μνήμη είναι το περπάτημα. Ένα διαρκές περπάτημα χωρίς πού και γιατί, μέχρι το σώμα να εξαντληθεί τόσο που να μην αφήνει χώρο στο μυαλό για τα γνωστά του διαολεμένα παιχνίδια.»
--- --- ---
Περιφέροντας αδιάκοπα το σαρκίο μας στους δρόμους της πόλης, γοητευμένοι αλλά και μπουχτισμένοι απ’ τον αμείλικτο ρεαλισμό της, γυρεύουμε τον μη τόπο. Τη γωνιά όπου θα υφάνουμε τον ιστό της ουτοπίας μας.
Είκοσι τρία διηγήματα αστικού σουρεαλισμού με άξονα τον χρόνο, τη μνήμη και τη λήθη, την απώλεια, τον έρωτα, τον υπαρξιακό τρόμο, την αλήθεια και το ψέμα, τη χυδαιότητα των νικητών και τη γοητεία των ηττημένων. Κοινή συνισταμένη, μια "νεκρή" ζώνη: Iπποκράτους και Ασκληπιού γωνία.
Σύλβια ~ Οι δίκες ~ Ιφιγένεια ~ Μπεθ (όνειρο μέσα σε όνειρο) ~ Μπεθ II (τα απότοκα) ~ Μαλακτικό ~ Η δίκη ~ Το πολύπριζο ~ 17Ν ~ Ζούμε από τύχη ~ Λόγια της μπάρας ~ Μπόρχες ~ Ιπποκράτους και Ασκληπιού γωνία ~ Είναι μέρες που τα πάντα μοιάζουν ήσυχα ~ Γκρας ~ Η προθανάτια πομπή (Ederlezi) ~ Η λήθη και η μνήμη (Η τραγική περίπτωση του Ιρενέο Φούνες) ~ Η διάλεξη (ή καλύτερα ο μονόλογος κάποιου συγγραφέα) ~ Οι ερωτήσεις ~ Ουτοπία, αγάπη μου ~ Το άλογο κι ο βασιλιάς ~ Η κηδεία ~ Τίτλοι τέλους (ή μια μυστηριώδης συνάντηση) ~ υστερόγραφο